- υπεραινετός
- -ή, -όν, ΜΑαυτός που τού αξίζει να τόν επαινούν, να τόν δοξάζουν με επαίνους πάνω από καθετί άλλο («εὐλογημένον τὸ ὄνομα τῆς δόξης σου, τὸ ἅγιον, τὸ ὑπεραινετόν», ΠΔ).[ΕΤΥΜΟΛ. < ὑπερ-* + αἰνετός «αξιέπαινος»].
Dictionary of Greek. 2013.